Back To Home Page

 

 

ΤΣΕΡΙΑ

Από την Λαογραφική Μελέτη του Σταύρου Σ. Ξανθέα «Τα Τσέρια»

Τα Τσέρια βρίσκονται 36 χιλ. περίπου ανατολικά της Καλαμάτας. Είναι χτισμένα στους πρόποδες του Ταϋγέτου, του ψηλότερου όρους της Πελοποννήσου και σε υψόμετρο 600-750 μέτρα. Πότε χτίστηκαν δεν είναι εξακριβωμένο. Από χρονολογίες όμως (Πύργος Κουκέα. Σε άλλα σπίτια 1818) φαίνεται πως τα σημερινά παλαιά σπίτια χτίστηκαν μετά το 1800. Για την ονομασία υπάρχουν δύο εκδοχές:

1. Τα χωριά ονομάστηκαν γενικά Τσέρια επειδή παλαιά υπήρχαν πολλοί Τσέροι (βελανιδιές) γύρω από το χωριό.

2. Τσέρια είναι Σλαβική λέξη και σημαίνει συνοικισμοί.

Το έδαφος είναι ορεινό. Κύρια προϊόντα σήμερα είναι το λάδι και λίγα κτηνοτροφικά (τυρί, αρνιά, κατσίκια). Ανατολικά είναι η χαράδρα του Βυρού βάθους 500 μέτρων που φθάνει μέχρι την Καρδαμύλη. Νότια και Δυτικά έχει ανοικτό ορίζοντα ενώ από το Βορά προστατεύεται από βουνά ύψους 1000-1500 μέτρων. Τα Τσέρια αποτελούνται από 6 συνοικισμούς που στην απογραφή του 1981 είχαν 253 κατοίκους. Οι μόνιμοι κάτοικοι τότε ήσαν 150 περίπου.

Οι 6 συνοικισμοί είναι:

1. Πάνω Τσέρια. Κάτοικοι κατά την απογραφή του 1981 89. Υψόμετρο 700 μέχρι 750 μ.

2. Γιατρέικα. Κάτοικοι 27, υψ. 720 μ.

3. Ζαχαριάς (Λιμπόχοβα) κάτοικοι 7, υψ. 680 μ.

4. Καταφύγιον (Κοψολαιμέικα) κάτοικοι 59, υψ. 630 μ.

5. Πεδινόν (Κοτσιμαρέικα), υψ. 600μ. και

6. Λεφτίνι υψ. 630 μ., κάτοικοι μαζί και οι δύο συνοικισμοί 71. Σύνολο 253.

Πριν το 1940 οι κάτοικοι ήταν 650. Μετά το 1945 άρχισε η μετακίνηση των κατοίκων για την Αθήνα και η μετανάστευση για Αυστραλία, Αμερική, Γερμανία.

ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΩΝ

1. ΖΑΧΑΡΙΑΣ

Ο συνοικισμός Λιμπόχοβα από το 1960 με πράξη του Κοινοτικού Συμβουλίου μετονομάστηκε σε «Ζαχαριά» επειδή δολοφονήθηκε ο αρματωλός Ζαχαριάς Μπαρμπιτσιώτης στον πύργο του κουμπάρου του Κουκέα που βρίσκεται στον συνοικισμό αυτό. Φωτογραφίες του Πύργου αυτού που σήμερα ανήκει στον ζωγράφο/γλύπτη Σταυριανό Κατσιρέα και που ονομάζεται «Πύργος του Ζαχαριά», δημοσιεύονται ξεχωριστά.

2. ΓΙΑΤΡΕΙΚΑ

Ο συνοικισμός αυτός ονομάστηκε «Γιατρέικα» επειδή στα πολύ παλιά χρόνια εγκαταστάθηκαν εκεί απόγονοι των Ιατρών ή Μεδίκων (Medici = Ιατροί) που ήρθαν από άλλα χωριά της Μάνης. Κατά μίαν παράδοση οι πρόγονοι των Μεδίκων κατάγονταν από τη Φλωρεντία. Μέχρι το έτος 1950 υπήρχε και επώνυμον γιατρού με την ονομασία Ηλίας Γιατράκος.

3. ΚΟΨΟΛΑΙΜΕΙΚΑ

Από το 1800 μέχρι το 1815 Μπέης της Μάνης ήταν ο Μούρτζινος που είχε έδρα την Καρδαμύλη. Ο Μούρτζινος είχε διορίσει τοπάρχη των Τσερίων το Δημήτρη Κουβαρέα ή Μούκια. Ο Μούκιας είχε δύο αδέλφια τον Ξάνθο, που ήταν αγαθός και απλοϊκός και το Μαγγλάρα που δεν ήταν ούτε καλός ούτε κακός.

Στο συνοικισμό που έμενε ο Μούκιας με τα αδέλφια του έμενε και μια οικογένεια Σκριμιζέων που είχε τρία αγόρια και το μεγαλύτερο ήταν 15 χρονών. Στα Πάνω Τσέρια - μεγάλος συνοικισμός που απέχει 15-20 λεπτά - έμεναν οι αδελφοί Σκριμιζέοι που ήταν συγγενείς εξ αγχιστείας με τους Κουβαρέους και είχαν κτηματικές διαφορές. Μια ημέρα ο Μαγγλάρας πήγε στα Πάνω Τσέρια και φιλονίκησε με τους Σκριμιζέους οι οποίοι και τον εσκότωσαν. 1/4ταν ο Μούκιος έμαθε το σκοτωμό του αδελφού του πήγε στα Πάνω Τσέρια, είδε το πτώμα του αδελφού του και αφού το φασκέλωσε με τα δυό του χέρια έφυγε αποφασισμένος να πάρει εκδίκηση.

Ξαναγύρισε στο συνοικισμό που έμενε και έτρεξε αμέσως να ξεκληρίσει την οικογένεια του Σκριμιζέα. Τα τρία παιδιά του Σκριμιζέα φιλοξενούνταν στον πύργο των Τσουμπέων στον ίδιο συνοικισμό με τους οποίους ήταν συγγενείς εξ αγχιστείας. Το μεγαλύτερο παιδί του Σκριμιζέα, ο Δημήτρης, που είδε το φόνο του Μαγγλάρα και κατάλαβε πως θα υπάρξει εκδίκηση (βεντέτα), όταν είδε το Μούκια να έρχεται στον πύργο, ανέβηκε και κρύφτηκε στο καλαμένιο ταβάνι. Τα δύο αδέλφια του έπεσαν θύμα της εκδικήσεως του Μούκια ο οποίος μπαίνοντας στον πύργο έπιασε τα παιδιά και αφού έκοψε τους λαιμούς τους με το μαχαίρι του πέταξε ύστερα τα κεφάλια τους στην αυλή του πύργου. Έτσι εκδικήθηκε το σκοτωμό του αδελφού του Μαγγλάρα.

Από το κόψιμο των λαιμών των παιδιών ο συνοικισμός ονομάστηκε «Κοψολαιμέικα».

Σημείωση:

Πέρασαν μερικά χρόνια και οι οικογένειες των Σκριμιζέων και Κουβαρέων συμφιλιώθηκαν. Το Σκριμιζάκι που είχε γλυτώσει από τη σφαγή είχε γίνει 20 ετών και ο Μούκιας το πήρε πρωτοπαλίκαρο και το είχε πάντοτε μαζί του στις λεηλασίες των χωριών. Δεν του είχε όμως εμπιστοσύνη και το έβαζε πάντοτε να πηγαίνει μπροστά και αυτός πίσω του είχε έτοιμο το καριοφίλι του να το χτυπήσει, αν αντιλαμβανόταν ότι ήθελε να τον σκοτώσει.

Την εποχή εκείνη ήταν συνηθισμένες οι λεηλασίες των χωριών του ανατολικού Ταϋγέτου. Πηγαίνοντας για μια τέτοια λεηλασία ο Μούκιας με τα παλικάρια του, κάθησαν να ξεκουραστούν σε μια τοποθεσία του Ταϋγέτου τα Γούπατα. Τι Σκριμιζάκι είπε στο Μούκια να κοιτάξει πίσω του για να ιδεί μια καρδερίνα που καθόταν σ ένα βράχο. Ο Μούκιας γύρισε να κοιτάξει και τότε το Σκριμιζάκι τον πυροβόλησε με το καριοφίλι του και τον σκότωσε. Έτσι εκδικήθηκε τη δολοφονία των αδελφών του.

Από το 1960 με απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ο συνοικισμός μετονομάστηκε σε «Καταφύγιον» γιατί στη Ν.Α. άκρη του υπάρχουν σπηλιές που λέγονται «Καταφύγγια» (Καταφύγια). Στις σπηλιές αυτές κρύβονταν στα παλιά χρόνια οι κάτοικοι για να προφυλαχτούν από τους πειρατές.

4. ΚΟΤΣΙΜΑΡΕΙΚΑ

Στην απέναντι Κοινότητα Ξεχώρι τα παλιά χρόνια μία οικογένεια εξοντώθηκε από βεντέτα. Σώθηκε μόνο ένας νέος αλλά ήταν κουτσός. Για να γλυτώσει ήρθε στα Τσέρια, έφτιαξε μία καλύβα και έμενε. Ο νέος αυτός, παρόλο που κούτσαινε, ήταν εργατικός, τίμιος και ειλικρινής. Ένας προύχοντας (πλούσιος) Τσεριώτης εκτίμησε την εργατικότητα του και τον χαρακτήρα του και τον έκανε γαμπρό του δίνοντάς του για γυναίκα τη μοναχοκόρη του. 1/4σο ζούσε τον υποστήριζε. Μετά το θάνατο του πεθερού του ο νέος έγινε κληρονόμος όλης της περιουσίας του. Έκτισε ένα σπίτι στην τοποθεσία που είναι κτισμένος σήμερα ο συνοικισμός και αργότερα εκεί και άλλοι Τσεριώτες σπίτια. Έτσι δημιουργήθηκε ο συνοικισμός που ονομάστηκε «Κοτσιμαρέικα» επειδή ο νέος που πρωτοέχτισε σπίτι ήταν κουτσός.

Από το 1960 με απόφαση του Κοινοτικού Συμβουλίου ο συνοικισμός μετονομάστηκε σε «Πεδινό» επειδή είναι χτισμένος σε πεδινή τοποθεσία.

ΠΟΤΕ ΚΑΤΟΙΚΗΘΗΚΕ Η ΠΕΡΙΟΧΗ

Κατά το Γάλλο μεσαιωνοδίφη Bouchon η Καπετανία της Ανδρούβιστας τον 16ο αιώνα αποτελείτο από 8 χωρία ή κατοικημένους τόπους ...Ceria di Αrdouvista... Τσέρια της Αρδούβιστας (Ανδρούβιστας). Από τις μαρτυρίες αυτές πληροφορούμεθα ότι υπήρχαν τα Τσέρια, όχι όμως με τη σημερινή μορφή των 6 συνοικισμών αλλά ως κατοικημένος τόπος. Οι 10 οικογένειες του οικισμού φαίνεται ότι ζούσαν στις τοποθεσίες «Αι-Γιάννη» και «Αλεμαγκή» όπως μαρτυρούν τα σημερινά ερείπια μερικών πέτρινων οικιών στις περιοχές αυτές. Τα Τσέρια άρχισαν να γίνονται συνοικισμοί τα τελευταία χρόνια του 17ου αιώνα όταν από την απέναντι περιοχή της Αρδούβιστας πολλοί κάτοικοι ήρθαν και κατοίκησαν στην περιοχή και άρχισαν να κτίζουν σπιτάκια σε διάφορα μέρη της περιοχής.

Τότε φαίνεται ότι μερικές οικογένειες εγκαταστάθηκαν στις τοποθεσίες «Λεκάνι» και «Μπρέτσαπο» και έκτισαν 4-5 σπίτια. Οι τοποθεσίες αυτές είναι ζεστές το χειμώνα.

Στο Λεκάνι υπάρχει μια ανοιχτή σπηλιά στη βάση του γκρεμού και εκεί είναι τα ερείπια δύο σπιτιών που ανήκουν στους κληρονόμους των οικογενειών Σταυριανέα και Φωκέα. Κάτω από την ανοιχτή σπηλιά υπάρχει μία πολύ μικρή με ένα σκαφίδι με νερό από κατασταλάγματα. Σήμερα η είσοδός της έχει κλείσει από προσχώσεις και βάτα. Δυτικότερα περί τα 300 μέτρα, στο Μπρέτσαπο, μέσα σε μια ανοιχτή σπηλιά υπάρχουν τα ερείπια του Ταβουλαριδέικου ελαιοτριβείου και ακόμη δυτικότερα 50 μέτρα στο φρύδι ενός γκρεμού υπάρχουν τα ερείπια ενός σπιτιού γνωστού με την ονομασία «Πυργάκι» που ανήκει στους κληρονόμους της οικογένειας Ταβουλαρέα.

Στο τέλος του 19ου αιώνα - στο 1895 - στην περιοχή Λεκάνι έμεναν 3-4 οικογένειες. Στο βορεινό τμήμα της ίδιας χαράδρας του Βιρού και 100 μέτρα περίπου χαμηλότερα από το συνοικισμό «καταφύγιο» βρίσκονατι 2 σπηλιές με την ονομασία «Καταφύγ{γ)ια». Οι σπηλιές αυτές βρίσκονται σε δύσβατο μέρος, προστατεύονται μπροστά από τοίχο και στο εσωτερικό έχουν πρωτόγονες δεξαμενές (στέρνες) που καταστάλαζε νερό. Σ αυτές κατέφευγαν από δύσβατο μονοπάτι για να προστατεύονται από εχθρικές επιδρομές πειρατών, Τούρκων. Ο Νικήτας Νιφάκης (1748-1818) στη χορογραφία της Μάνης (τέλος του 18ου αιώνα) σημειώνει τα χωρία που απαρτίζουν την Καπετανία ως εξής:

Τα Τζέρια και οι Κάλυβες, Ξεχώρι, Σκαρδαμούλα,

Πραστίο, Λιασίνοβα και Σαιδόνα ούλα

αυτά και η Ανδρούβιστα και όλα τα πουλία

Εις την ποδία βρίσκονται του Μακρινού Ηλία.